Γιατί η σύγχρονη ποίηση βρίσκεται στην ελληνική rap μουσική;

Τα χρόνια περνάνε. Οι καιροί αλλάζουν. Όσο νωρίτερα το αποδεχτούμε, τόσο ευκολότερη και πιο ευχάριστη θα κάνουμε την ζωή μας. Στο πέρασμα των χρόνων, τίποτα στον κόσμο δεν παραμένει αναλλοίωτο. Οι άνθρωποι, οι τέχνες, οι ιδέες, πόσο μάλλον η λογοτεχνία, αποτελούν μερικά από τα θύματα αυτής της ξέφρενης αλλαγής.

Ζούμε σε μια εποχή που αναμφίβολα οι τεχνολογικές επιστήμες έχουν πια κυρίαρχη θέση στην κοινωνία. Με όλα τα καλά και τα άσχημα αυτής της νέας τάξης πραγμάτων, είναι επίσης αλήθεια πως συγκριτικά με τις τεχνολογικές, οι ανθρωπιστικές επιστήμες ακολουθούν μια εντελώς διαφορετική πορεία, μια πορεία, επιτρέψτε μου για την έκφραση, φθίνουσα. Ως απόρροια των παραπάνω, μια κατεύθυνση που έχει γνωρίσει ραγδαία αλλαγή τα τελευταία χρόνια ως προς το πώς την ξέραμε και πού πλέον τη βρίσκουμε, είναι της ποίησης.

Πολλοί αναρωτιούνται : ”Ποίηση; Υπάρχει ακόμα;”, ”Ποιος γράφει ποίηση σήμερα; Παίρνει κάποιος ένα τετράδιο, ένα μολύβι και λέει <<σήμερα θα γράψω ποίηση;>> Και αν ναι, ποιος τη διαβάζει;”. Μα έλα όμως που γράφει. Μα έλα όμως που εξελίχθηκε τόσο, που πια δεν τη διαβάζεις απλώς, αλλά την ακούς.

Ξαναγράφω, καλώς ή κακώς, πρέπει να προσαρμοστούμε στις νέες συνθήκες, κι αυτό σχετίζεται με το κάθε τι.  Χρειάζεται να διευρύνουμε τους ορίζοντές μας, να γίνουμε πιο ανοιχτόμυαλοι και να δούμε τα πράγματα πιο σφαιρικά. Με αυτό το σκεπτικό, ποίηση εν έτη 2020 υπάρχει, ζει και βασιλεύει, και μάλιστα τη συναντάμε πολύ συχνά στην καθημερινότητά μας, απλώς με διαφορετικό τρόπο απ’ όπως τη μάθαμε. Πού; Μα φυσικά, στη ραπ μουσική.

Το να ορίσουμε την ποίηση και να προσπαθήσουμε να επινοήσουμε κανόνες για αυτήν, θα ήταν κάτι το εγκληματικό. Το μόνο που μπορούμε να γράψουμε σαν κοινή παραδοχή, είναι πως είναι μια τέχνη που υπάρχει πολύ πριν από εμάς (από εμένα που γράφω το άρθρο κι από ‘σένα που το διαβάζεις) και θα συνεχίσει να υπάρχει για πολύ μετά από εμάς, για όσο δηλαδή θα υπάρχει το ανθρώπινο γένος. Κατά τη διάρκεια της εξέλιξής της έως σήμερα, την έχουμε γνωρίσει υπό διάφορες μορφές· έμμετρη, αλλά και με στίχο ελεύθερο, με ισοσυλλαβία αλλά και με ανισοσυλλαβία, με ομοιοκαταληξία αλλά και χωρίς, με λυρικότητα αλλά και με δραματικότητα. Με ποιητικό λεξιλόγιο αλλά και με καθημερινό, με διαυγές νόημα αλλά και με σκοτεινό, χωρίς αλλά και με (αναβαθμισμένη) διακειμενικότητα. Πολλά από αυτά τα στοιχεία που αναφέρθηκαν τα συναντάμε και στη rap μουσική. Μάλιστα, όσο περισσότερα ενυπάρχουν, τόσο πιο γαμάτη την κάνει, γεγονός που με αναγκάζει να τη θεωρώ αν όχι τη διάδοχο της μοντέρνας ποίησης στην Ελλάδα, ένα παρακλάδι της άξιο μελέτης, που από ένα σημείο και ύστερα, ακολούθησε και ακολουθεί πλέον τον δικό της δρόμο.

Σχετικά με το RAP αυτό καθαυτό, είναι αλήθεια πως μπορούμε να το ορίσουμε πιο εύκολα, επειδή έχει κάποια ευδιάκριτα όρια που το ξεχωρίζει από τα υπόλοιπα μουσικά είδη. Ξεκινώντας από το όνομα, είναι δυνατό να φανεί η σύνδεσή του με την ποίηση. Οι απόψεις διίστανται, άλλοι λένε πως η ονομασία RAP προέρχεται από τα αρχικά των λέξεων Rhythm And Poetry (στα ελληνικά ρυθμός και ποίηση), ενώ άλλοι λένε πως προέρχεται από τη λέξη rhapsody, που φυσικά έχει ελληνική ρίζα, με τη δεύτερη άποψη να είναι και η επικρατέστερη. Αν συμμεριστούμε αυτήν τη διατύπωση, ραψωδία ονομάζεται το επικό ποίημα που στα αρχαία χρόνια αναφερόταν στα κατορθώματα κάποιου ήρωα ή ομάδας ηρώων, και το οποίο απήγγειλε ένας αοιδός. Σαν είδος έκανε το ”ξεπέταγμά” του στα τέλη της δεκαετίας του 1970 στην Αμερική, ενώ οι ρίζες του προεκτείνονται ως την Αφρική. Χαρακτηριστικά της rap μουσικής είναι -κατά βάση- ο ομοιοκατάληκτος στίχος, πολλές φορές ισοσύλλαβος, με την ένδυση μουσικής υπόκρουση. Το στοιχείο της λυρικότητας είναι έντονο και συνοδεύεται από υψηλή δραματικότητα, τα οποία σε συνάρτηση με το λεξιλόγιο ”του δρόμου” που χρησιμοποιείται τις περισσότερες φορές από τους rappers, αναφέρονται σε γεγονότα και καταστάσεις των περιθωριοποιημένων κοινωνικά ανθρώπων. Ακόμα, οι rappers ”ντύνουν” τα raps τους με πολλά μεταφορικά στοιχεία, προσδίδοντας ένα αρκετά μεγάλο ύφος σκοτεινότητας και διακειμενικότητας στα έργα τους. Αυτό τα κάνει αρκετές φορές ακατανόητα για τους ακροατές, οι οποίοι με τη σειρά τους συχνά αναρωτιούνται ”τι θέλει να πει εδώ ο ποιητής;”. Λόγω τούτου, προκειμένου να τους μελετήσεις και να κατανοήσεις τι πρεσβεύει ο καθένας, τι θέλει να πει, τι εννοεί με αυτόν τον στίχο και γιατί επέλεξε αυτόν τον τίτλο, πρέπει να τους συμπεριφερθείς σαν να είναι πραγματικοί ποιητές. Αν, για παράδειγμα, δεν έχεις ιδέα για το τι εστι ΛΕΞ, το να βάλεις να ακούσεις το τελευταίο του κομμάτι ”Όχι σήμερα” πιθανόν να σε κάνει να σχηματίσεις μια άποψη εντελώς διαφορετική για εκείνον και το έργο που παράγει. Τέλος, ένα “καλό” rap, όπως κι ένα “καλό” ποίημα, τείνει πολλές φορές να παραμένει διαχρονικό κι επίκαιρο στο πέρασμα των χρόνων, περιγράφοντας κατάλληλα την ψυχοσύνθεση της εκάστοτε κοινωνίας. Χρειάζεται, λοιπόν, να είμαστε πολύ προσεκτικοί σχετικά με το πώς θα ερμηνεύσουμε έναν καλλιτέχνη και τη μουσική του, έναν λογοτέχνη και τα έργα του, και ούτω καθεξής.

Αυτά σχετικά με τη δομή του ραπ και τα κύρια χαρακτηριστικά του. Σχετικά με αυτούς που κάνουν ραπ, τους ράπερς, σαν σύγχρονοι αοιδοί και συνεχιστές του έργου των προγενέστερων ποιητών, μέσα από τις ρίμες τους μεταφέρουν -όπως και οι προηγούμενοι- κοινωνικά μηνύματα της εποχής τους, συνοδευόμενα από μουσική, η οποία όμως μουσική επισκιάζεται από το νόημα και τη βαρύτητα των στίχων. Μιλάνε το λεξιλόγιο ”του δρόμου” ή ”του πάρκου”, για αυτό αν πρέπει να τους ονομάσουμε κάπως λογοτεχνικά, θα πρέπει να τους βαφτίσουμε ”Ποιητές του δρόμου/πάρκου”, ή αλλιώς ”Γενιά του δρόμου/πάρκου”, ακριβώς επειδή εκφράζονται με τέτοιο τρόπο για καταστάσεις που συμβαίνουν στους δρόμους, με τον δρόμο να συμβολίζει το χαμηλό κοινωνικό υπόστρωμα στο οποίο βρίσκονται. Το ραπ αποτελεί πηγή έμπνευσης των περιθωριοποιημένων ανθρώπων, των ”αδικημένων” απ΄την ζωή, για αυτό οι ράπερς εκφράζουν (ή τουλάχιστον ξεκίνησαν να εκφράζουν, ασχέτως αν στην πορεία κάποιοι επέλεξαν άλλον δρόμο)* την ψυχοσύνθεση και ψυχολογία των πληγωμένων και ανικανοποίητων ατόμων, κάνοντάς τους πολλές φορές να δείχνουν την υπέρμετρη αγάπη και αδυναμία για τον τόπο όπου μεγάλωσαν. Είναι επαναστατικοί, κι αυτό φανερώνεται και στους στίχους τους, γράφουν επηρεασμένοι πρώτον, από το γεγονός ότι δεν κατάφεραν να γίνουν και να πετύχουν αυτό που ονειρεύονταν, και δεύτερον, από το κάτι που τους έβγαλε εκτός πορείας κατά τη διάρκεια της ζωής τους και εξαιτίας αυτού, βρίσκονται στην κατάσταση που βρίσκονται τώρα. Ωστόσο, δεν παύουν να ελπίζουν. Όσο σκοτεινή κι αν είναι η μουσική τους, ευελπιστούν στις καλύτερες μέρες, περιμένοντας να αρπάξουν τη μία ευκαιρία που θα τους παρουσιαστεί και θα τους απελευθερώσει απ’τα δεσμά τους, τη λεγόμενη “μία στο εκατομμύριο”. Γιατί, λοιπόν, με βάση τα παραπάνω χαρακτηριστικά, να μην τολμήσουμε να πούμε, πως το σύγχρονο ελληνικό ραπ είναι η συνέχεια της μεταπολεμικής (1940 και μετά) και της μεταπολιτευτικής (1970 και ύστερα) ελληνικής ποίησης; Ειδικά όταν γνωρίζεις, πως οι ποιητές αυτοί εξέφραζαν σχεδόν παρόμοια μηνύματα και ανησυχίες, πάντα συγκριτικά με τα δεδομένα και τις συμβάσεις της εποχής τους.

Για να αντιληφθούμε καλύτερα τη σύνδεση αυτών των ράπερ με τους τότε ποιητές και τα κοινά στοιχεία που φαίνεται να πρεσβεύουν, χρειάζεται να λάβουμε υπόψιν κάποια πράγματα και για τους τελευταίους. Οι μεταπολεμικοί ποιητές αναγκάστηκαν να ζήσουν από πρώτο χέρι τη φτώχεια και τις συνέπειες του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, έχασαν αγαπημένα πρόσωπα και συνέχισαν την ζωή τους με ενοχές που επιβίωσαν οι ίδιοι και όχι οι αγαπημένοι τους. Χαρακτηρίζονται από το βίωμα της εντοπιότητας ή της ιθαγένειας, καθώς το έργο τους αποπνέει αγάπη για τον τόπο καταγωγής τους, νοσταλγία για επιστροφή σε αυτόν και γενικότερα μια βαθύτερη σύνδεση μεταξύ τόπου και συγγραφέα, η οποία αποτελεί παράλληλα πηγή έμπνευσης και κινητηρίου δύναμης για αυτούς. Πέρα από αυτά, βίωσαν και τις -ακόμα πιο οδυνηρές από τον προηγούμενο- συνέπειες του εμφυλίου πολέμου(1946-1949), που εξαιτίας του ολόκληρες οικογένειες ξεκληρίστηκαν και διχάστηκαν για μια ζωή. Πολλοί από αυτούς που συμμετείχαν είτε πιο ενεργά είτε πιο έμμεσα, στιγματίστηκαν, εκδιώχτηκαν, φυλακίστηκαν ή καταδικάστηκαν σε θάνατο για τις πεποιθήσεις τους, για αυτό κιόλας τους προσέδωσαν το σχολαστικό όνομα ”Γενιά/Ποιητές της ήττας”. Οι συνεχιστές των ”ηττημένων ποιητών” ήταν εκείνοι που έδρασαν κατά τα χρόνια της δικτατορίας (1967-1974), φιμώθηκαν και εν τέλει εναντιώθηκαν σε αυτήν. Ονομάστηκαν ”Γενιά/Ποιητές της Αμφισβήτησης”, γιατί η στάση και οι απόψεις τους ήταν ξεκάθαρες αναφορικά με το πολίτευμα της εποχής τους· το αμφισβήτησαν, όπως και τις παραδεδεγμένες αξίες που εκείνο πρέσβευε, ακόμα και το χαρακτηριστικό τρίπτυχο πατρίς-θρησκεία-οικογένεια.

Ας μεταφερθούμε και πάλι στην εποχή μας. Γιατί, λοιπόν, να μην ονομάσουμε τους Έλληνες ράπερς συνεχιστές του έργου αυτών των ανθρώπων; Προσέξτε όμως. Όχι λόγω των πολιτικών τους πεποιθήσεων, αλλά λόγω της επαναστατικής τους διάθεσης, της αδικίας που θεωρούν πως βίωσαν στην ζωή τους και την οποία εκφράζει ο καθένας με τον τρόπο του, του ανήσυχου πνεύματος που τους διακατέχει, της τάσης λατρείας και ανάδειξης του τόπου καταγωγής τους ως αφετηρία του έργου τους και της γενικότερα εξαθλιωμένης, ταπεινής, ”δρομίσιας”, χωρίς λούσα ζωής που αναγκάστηκαν να ακολουθήσουν. Γιατί να μην τους θεωρήσουμε συνεχιστές των προαναφερθέντων, όταν πέρα από τα τεχνοτροπικά και περιεχομενολογικά κοινά σημεία της τότε ποίησης με το σημερινό ραπ, σαν άτομα αλλά κυρίως σαν γενιά, έζησαν σε μια οικονομικά κατεστραμμένη χώρα, η οποία με τη σειρά της πέρασε πάλι έναν πόλεμο διαφορετικό από τους προηγούμενους, αυτήν τη φορά οικονομικό, με τις πολύ γνωστές σε όλους μας συνέπειες;

Έχοντας πάντα ως βάση τα παραπάνω, γιατί να μην ονομάσω τον θεσσαλονικιό ράπερ ΛΕΞ ποιητή/εκφραστή της εποχής του; Πιο συγκεκριμένα, τον καιρό που είναι ακόμη μέλος των ΒΟΡειων ΑΣτεριών, δημοσιεύουν το κομμάτι ”Καλύτερες μέρες”. Γιατί να μην το θεωρήσω ένα σύγχρονο ποίημα που μιλάει για την ελληνική κοινωνία του 2010, απλώς με συνοδεία ήχου; Τον όρο ”καλύτερες μέρες” είχε χρησιμοποιήσει πρώτα ο -επίσης θεσσαλονικιός- ποιητής Μανόλης Αναγνωστάκης στο ποίημα του ”Θεσσαλονίκη, μέρες του 1969 π.Χ.”, αναφερόμενος στα ελληνικά τεκταινόμενα εκείνης της εποχής, που εν καιρώ χούντας, εκείνος και η γενιά του περίμεναν τις ”καλύτερες μέρες” που τους υπόσχονταν οι γονείς τους, υπόσχεση που δεν εκπληρώθηκε, αλλά μεταβιβάστηκε κι από τους ίδιους στις επόμενες γενιές. Από ό,τι φαίνεται, ο Αναγνωστάκης μεταβίβασε την έκφραση και την ελπίδα για ”καλύτερες μέρες” και στη γενιά του ΛΕΞ, κι αυτός με τη σειρά του σε εμάς.

 

Και εξακολουθώ να ρωτώ. Γιατί να μην ονομάσω τον ΛΕΞ εκπρόσωπο της νέας γενιάς Ελλήνων ποιητών, μόνο και μόνο από την ονομασία του άλμπουμ του “Ταπεινοί και πεινασμένοι”; Ο ΛΕΞ γενικότερα μέσα από τα τραγούδια του, και ειδικότερα μέσα σε αυτό το άλμπουμ, συνθέτει με έναν δικό του τρόπο, ταπεινούς ήρωες της σύγχρονης ελληνικής κοινωνίας, όπως ακριβώς έκανε ο Φιόντορ Ντοστογιέφσκι στα βιβλία του τον 19ο αιώνα για τη ρωσική κοινωνία αντίστοιχα. Παρά πολύ πιθανό είναι μάλιστα, ο ΛΕΞ να χρησιμοποιεί μια αναβαθμισμένη διακειμενικότητα σχετικά με την ονομασία του τίτλου για το άλμπουμ του εμπνευσμένος από το βιβλίο του Φ. Ντοστογιέφσκι “Ταπεινοί και καταφρονεμένοι”, που ο συγγραφέας αναδεικνύει την εξαθλιωμένη ζωή ενός νεαρού Ρώσου λογοτέχνη, πώς αυτός τα βγάζει πέρα και τι αδικίες βιώνει καθημερινά, παραμένοντας όμως σε κάθε περίπτωση τίμιος και αντικατοπτρίζοντας ταυτόχρονα την αξιοπρέπεια των χαμηλών κοινωνικών στρωμάτων. Εξάλλου, αν λάβουμε υπόψιν τον στίχο του ΛΕΞ “…πώς να ζήσω αυτά που θέλω, και να κάνω αυτά που πρέπει, χωρίς μια στην τσέπη, σαν ήρωας του Ντοστογιέφσκι…” απ’το κομμάτι “Καλό μήνα” του προαναφερθέντος άλμπουμ, κάνει ακόμα πιο πιθανό το σενάριο να εμπνεύστηκε τον τίτλο του έργο του όντως από το βιβλίο του Ντοστογιέφσκι. Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με τον τίτλο του τραγουδιού του ”Vittorio”. Δε θα με απασχολήσουν στη συγκεκριμένη φάση οι στίχοι του τραγουδιού και το νόημα, μερικοί νιώθουν περισσότερο άλλοι λιγότερο ή καθόλου. Θα ασχοληθώ με τον τίτλο. Ο τίτλος είναι “Vittorio”. Τι είναι βιττόριο; Τι σημαίνει; Αν όχι όλοι, οι περισσότεροι αυτό αναρωτηθήκαμε. Υπήρχαν και κάποιοι λίγοι που με την πρώτη κατάλαβαν πως πρόκειται για όνομα. Αλλά στα αλήθεια, πείτε μου, ποιος πίστευε και ποιος αντιλήφθηκε μόλις πρωτοείδε τον τίτλο στο audio, ακόμα και μετά, όταν κυκλοφόρησε το “VITTORIO Η ΤΑΙΝΙΑ” ότι εδώ ο ΛΕΞ χρησιμοποιεί μια -πιο αναβαθμισμένη πεθαίνεις- διακειμενικότητα, και αναφέρεται στον Ιταλό σκηνοθέτη Vittorio De Sica, πρεσβευτή του νεορεαλισμού; Ποιος ήξερε όταν είδε το clip ότι μόλις είχε σκηνοθετήσει μια μίνι-ταινία του Vittorio de Sica, το “Κλέφτες Ποδηλάτων’‘ (1948), που έχει ως πρωταγωνιστή έναν πατέρα που δουλεύει ως αφισοκολλητής και χρησιμοποιεί καθημερινά ένα ποδήλατο για να κάνει τη δουλειά του; Έναν πατέρα που του κλέβουν το ποδήλατο, το απαραίτητο εργαλείο του για να βγάλει τα προς το ζην, ωθώντας τελικά τον ίδιο και τον γιο του να κλέψουν κι αυτοί ένα. Όλα αυτά, υπό το φόντο της μεταπολεμκά κατεστραμμένης και βυθισμένης στην πείνα και την ανεργία, Ιταλίας (ευχαριστώ τους χρήστες του youtube Αιών π Indestructible pi Official  και Zen για τις χρήσιμες πληροφορίες μέσω των σχόλιών τους στο παρακάτω video). Σε αυτό το σημείο και μόνο, αντιλαμβανόμαστε πόσο έντονο ήταν το στοιχείο της σκοτεινότητας στο video, και πόσο εντονότερη είναι η διακειμενικότητα που χρησιμοποιεί ο ΛΕΞ.

 

 

Ένα τελευταίο στοιχείο άξιο αναφοράς και συζήτησης για το ραπ του ΛΕΞ βρίσκεται στο κομμάτι του “Τίποτα στον κόσμο”, στοιχείο που δείχνει το βάθος των στίχων του. Θα αναφερθώ και θα παραθέσω μόνο το τελευταίο τετράστιχο του τραγουδιού/ποιήματος :

“Είμαι παιδί αυτής της γης, δε θέλω βία

Δε βλέπω χρώματα, έχω αχρωματοψία

Δε φοβάμαι ποιος θα ‘ρθει να μου την πέσει

 Με χαιρετάν σε γλώσσες που δεν ξέρω και μ’ αρέσει” 

και θα τολμήσω μόνο να πω πως, αν το σκεφτόταν πρώτος ο Γιώργος Σεφέρης αυτό το τετράστιχο, πέρα από το Νόμπελ Λογοτεχνίας που του απονεμήθηκε, θα διεκδικούσε με αξιώσεις και το Νόμπελ Ειρήνης.

Όμως δεν είναι μόνο ο ΛΕΞ. Παρόμοιο είναι και το ραπ του ΤΖΑΜΑΛ, επίσης μέλος των ΒΟΡ.ΑΣ.. Εκφράζει τις ίδιες ανησυχίες, τα ίδια προβλήματα, με ακόμα πιο σκοτεινό και μαύρο τρόπο. Ένα απλό παράδειγμα με φλογερή δραματικότητα από το έργο του είναι το παρακάτω δίστιχο απ’το κομμάτι ”Στο μέτωπο” του νέου του άλμπουμ ”Η κούπα του Ιούδα”.

    “Είμαι απ’ τη φτώχεια μα ορκίστηκα να μην την ξαναζήσω

Τόσοι όρκοι πατημένοι αυτόν λέω να τον κρατήσω”     

Ένας εξίσου άξιος αναφοράς ράπερ/ποιητής, ο οποίος από πολύ μικρή ηλικία γράφει βαθυστόχαστους στίχους, είναι ο ”γερακίσιος”, Bloody Hawk. Σε σχέση με τους προαναφερθέντες, δεν ταιριάζει τόσο στη σκοτεινότητα των στίχων του, και αυτό συμβαίνει γιατί είναι μικρότερος ηλικιακά από αυτούς, μπορούμε να πούμε δηλαδή ότι ανήκει στη νέα γενιά Ελλήνων ράπερ. Ωστόσο, αυτό δε σημαίνει πως είναι και εντελώς διαφορετικός. Πραγματεύεται κι αναφέρεται σε ζητήματα εξίσου σημαντικά με τους προηγούμενους με υψηλό δραματικό φορτίο, θέματα και εμπειρίες τραυματικές για τον ίδιο που τον καθόρισαν σαν άνθρωπο και μετέπειτα σαν καλλιτέχνη. Αλήθεια, ποιος άκουσε το ”Βαρύ” και δε συγκινήθηκε; Ποιος δεν έκλαψε; Σε ποιον δεν ήρθε κατευθείαν στο νου του ο χαμένος του παιδικός φίλος; Αυτό και πολλά, πολλά ακόμα, για να μην πω όλα, τα κομμάτια του Νικόλα είναι άκρως συγκινησιακά, δεμένα τόσο καλά στιχουργικά, που δεν μπορείς να πιστέψεις ότι τα έχει γράψει ένα παλληκάρι που σήμερα βρίσκεται κοντά στα 26 του χρόνια. Αδυνατώ να ξεχωρίσω κάποιον στίχο και να πω ότι αυτός είναι πιο βαθυστόχαστος και πιο ποιητικός από τον άλλον, για αυτό γενικότερα θα αρκεστώ στο να ισχυριστώ πως το παιδί δε βγάζει άλμπουμ, βγάζει κάθε φορά και μία ποιητική συλλογή(πριν μερικούς μήνες κυκλοφόρησε το “1 ευρώ”). Δεν είναι ράπερ, είναι ποιητής. Μάλιστα, σε κομμάτια του έχει τολμήσει να προσδώσει αυτόν τον τίτλο στον εαυτό του -δικαιολογημένα θα έλεγα-. Και είναι στο 5 ακόμα, πού να δούμε στο δέκα 😉 .

Θα κλείσω τέλος, λέγοντας λίγα λόγια και καλά, γιατί και να θέλω να πω πολλά δεν έχω, για άλλον έναν σύγχρονο ράπερ-ποιητή, τον Anser. Νομίζω πως αν πρέπει να διαλέξω ανάμεσα σε κάποιον ράπερ με κριτήριο το ποιητικό του ύφος, περιεχόμενο και γλώσσα, θα έδινα χωρίς καμμία δεύτερη σκέψη τον τίτλο στον Anser. Και αν έπρεπε να βαφτίσω ένα σύγχρονο ραπ άλμπουμ ως το πιο κοντινό σε ποιητική συλλογή, θα επέλεγα τυφλά το ”Άδυτο” που κυκλοφόρησε πέρσυ. Χρόνια στο ”κουρμπέτι”, το έργο του πραγματικά είναι σε άλλο επίπεδο. Το ότι δε λέμε επίσημα πως πρόκειται για ποίηση, είναι επειδή συνοδεύεται κι από μουσική, για αυτό το ονομάσαμε ραπ. Κάπου εδώ σταματάμε να μιλάμε κι αρχίζουμε να υποκλινόμαστε.

 

Προφανώς οι παραπάνω καλλιτέχνες -και πολλοί άλλοι που θα χρειαζόμουν τις δεκαπλάσιες λέξεις για να αναφερθώ στο έργο τους- έχουν πολλές διαφορές μεταξύ τους, όπως και κοινά. Ανεξαρτήτως αν συμφωνείς ή διαφωνείς με όλα τα παραπάνω, σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, οφείλεις να παραδεχτείς πως οι προαναφερθέντες έχουν ένα μεγάλο κοινό χαρακτηριστικό μεταξύ τους, που υπερισχύει των όποιων διαφορών. Ότι σαν καλλιτέχνες, σαν ράπερς, σαν ποιητές, πες το όπως θες, μέσα στις τόσο δύσκολες και διχασμένες μέρες που ζούμε, έχουν καταφέρει να ενώνουν και να εκφράζουν τον κόσμο και την ψυχή του. Είτε είναι εκατό τοις εκατό αληθινοί, είτε προσθέτουν κάποια υπερβολικά στοιχεία στα έργα τους, είναι άτομα με τα οποία η πλειονότητα της ελληνικής κοινωνίας ταυτίζεται με αυτούς και την ζωή τους, είναι η φωνή της, είναι η χαμένη ελπίδα της, όσο αυτή προσπαθεί να ζήσει τις καλύτερες μέρες. Αυτό τους καθιστά εκφραστές της, σύγχρονους ποιητές της, αντανακλούν την κατάσταση της σημερινής κοινωνίας και χωρίς να το καταλάβουν, έχουν αναλάβει να σηκώσουν αυτό το βαρύ φορτίο. Αν ακόμη αναρωτιέσαι γιατί η ελληνική ραπ μουσική κρύβει τη σύγχρονη ελληνική ποίηση, θα σου απαντήσω πολύ απλά, επειδή είναι η πιο άμεση αντανάκλαση της σημερινής κοινωνίας.

ΥΓ.  : Έχω διαβάσει να παρομοιάζεται ο σύγχρονος περιθωριοποιημένος, αγανακτισμένος και καταπιεσμένος ράπερ με έναν δούλο, μέσα στο πλαίσιο της άποψης πως “ο δούλος δε θέλει στην πραγματικότητα να ελευθερωθεί, αλλά να πάρει τη θέση του βασιλιά”. Εγώ θα απαντήσω, πως αφού ο βασιλιάς κατάντησε κάποιον δούλο, καλά θα κάνει αυτός να ελευθερωθεί και να του πάρει στη συνέχεια την εξουσία, ώστε να μην υπάρξει ποτέ ξανά κανείς άλλος δούλος.

ΥΓ.2 : Η επιλογή των παραπάνω καλλιτεχνών έγινε καθαρά με γνώμονα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά που με εξυπηρετούν περισσότερο στην ανάδειξη της σύνδεσης της σύγχρονης ποίησης με την ελληνική ραπ μουσική. Σε καμμία περίπτωση δε διαφημίζω τους ίδιους και τα έργα τους. Επιπλέον, η επιλογή αρκετά γνωστών καλλιτεχνών και όχι κάποιων λιγότερο γνωστών στοχεύει στις αυξημένες πιθανότητες ο αναγνώστης να τους ξέρει και συνεπώς να μπορεί να ταυτιστεί ευκολότερα με το θέμα.

*Όσοι ξέρουν από ραπ θα απαντήσουν : ”πλέον δεν εκφράζουν όλοι αυτό”, “όλοι έχουν γίνει εμπορικοί” κι άλλα τέτοια. Σεβαστό. Εντούτοις, πρέπει να έχουμε στον νου μας προτού προχωρήσουμε και να είμαστε ομόφωνα σύμφωνοι με αυτό, πως με βάση αυτό ξεκίνησε η φάση. Με βάση την εκπροσώπηση σκληρών και άγνωστων για πολλούς πτυχών της εκάστοτε κοινωνίας. Ωστόσο, δεν είναι ανάγκη να συμφωνήσουμε ότι αυτή ή η άλλη πλευρά του ραπ είναι πιο ωραία δημιουργώντας έτσι διαμάχες. Ο καθένας εκλαμβάνει με διαφορετικά αισθητικά κριτήρια τόσο την ποίηση, όσο και το ραπ. Είναι ένα θέμα με περισσότερο υποκειμενικά στοιχεία πάρα αντικειμενικά, και αυτό είναι κάτι που οφείλουμε να έχουμε διαρκώς στον νου μας και να το σεβαστούμε. Και μην ξεχνάτε, έχουμε περισσότερα να μας ενώνουν παρά να μας χωρίζουν. United we stand.

Πόσο χρήσιμο ήταν αυτό το άρθρο για εσένα?

Αξιολόγησέ το, επιλέγοντας τη φατσούλα που επιθυμείς!

Μέσος όρος: 5 / 5. Ψήφοι: 22

Καμία ψήφος μέχρι στιγμής! Αξιολόγησέ το πρώτος/η.

Λυπούμαστε πολύ που αυτό το άρθρο δεν ήταν χρήσιμο για εσένα!

Βοήθησέ μας να βελτιώσουμε αυτό το άρθρο!

Πες μας, πως μπορούμε να βελτιώσουμε αυτό το άρθρο?

Δημοσιεύσεις

Γεννημένος τη δεύτερη μέρα του δεύτερου μήνα της δεύτερης χιλιετίας, δρω περιέργως χωρίς δεύτερες σκέψεις. Προσπαθώ να δίνω σάρκα και οστά σε όσα ονειρεύομαι, σε όσα γράφω και σε όσα φωτογραφίζω.Εν δυνάμει φιλόλογος, εν ενεργεία ποδοσφαιριστής και σερβιτόρος. Αριστοτελικός, λάτρης των γατών και θαυμαστής της μικρής μου αδελφής.

Μπορεί επίσης να σας αρέσει

Ένα γράμμα που δεν θα σταλθεί ποτέ…

Ένα γράμμα που δεν θα σταλθεί ποτέ…

Υπάρχουν φορές που δυσκολεύομαι να ξεκινήσω ένα άρθρο, δεν ξέρω τι ακριβώς να πω. Βυθίζομαι στις σκέψεις μου και μετά χάνομαι. Με πιάνει κάτι σαν νοσταλγία, συγκινούμαι. Γράφω σβήνω και ξανά πάλι από την αρχή. Έτσι συνέβη και με αυτό το άρθρο.   "Σαν σήμερα θα...

Διαβάστε Περισσότερα
Όταν μεγαλώσω

Όταν μεγαλώσω

Τζενούλα, τι θέλεις να γίνεις όταν μεγαλώσεις;   Όταν μεγαλώσω, θέλω να γίνω κτηνίατρος… Όχι όχι, όταν μεγαλώσω θέλω να γίνω σεφ. Ή μάλλον, γράψε λάθος, ψυχολόγος θέλω να γίνω. Βασικά… Όταν μεγαλώσω, θέλω να γίνω σαν τον μπαμπά μου. Μια απάντηση που, μετά από...

Διαβάστε Περισσότερα
Αυτή την φορά θα σας μιλήσω για έναν άνθρωπο που με στιγμάτισε…

Αυτή την φορά θα σας μιλήσω για έναν άνθρωπο που με στιγμάτισε…

Το όνομα της Χριστίνα. Γεννήθηκε και μεγάλωσε σε ένα ορεινό χωριό της Νότιας Πίνδου, Κορυφή Τρικάλων, για τους λίγους γνωστό ως Καπρό. Δεν έζησε εύκολα χρόνια, καθόλου εύκολα… Γεννήθηκε και μεγάλωσε μες τη φτώχεια, σε μικρή ηλικία έμεινε ορφανή από πατέρα.  Η μητέρα...

Διαβάστε Περισσότερα
Ένα γράμμα που δεν θα σταλθεί ποτέ…

Ένα γράμμα που δεν θα σταλθεί ποτέ…

Υπάρχουν φορές που δυσκολεύομαι να ξεκινήσω ένα άρθρο, δεν ξέρω τι ακριβώς να πω. Βυθίζομαι στις σκέψεις μου και μετά χάνομαι. Με πιάνει κάτι σαν νοσταλγία, συγκινούμαι. Γράφω σβήνω και ξανά πάλι από την αρχή. Έτσι συνέβη και με αυτό το άρθρο.   "Σαν σήμερα θα...

Διαβάστε Περισσότερα
Όταν μεγαλώσω

Όταν μεγαλώσω

Τζενούλα, τι θέλεις να γίνεις όταν μεγαλώσεις;   Όταν μεγαλώσω, θέλω να γίνω κτηνίατρος… Όχι όχι, όταν μεγαλώσω θέλω να γίνω σεφ. Ή μάλλον, γράψε λάθος, ψυχολόγος θέλω να γίνω. Βασικά… Όταν μεγαλώσω, θέλω να γίνω σαν τον μπαμπά μου. Μια απάντηση που, μετά από...

Διαβάστε Περισσότερα

2 Σχόλια

  1. Παύλος

    Απίστευτη ροή λόγου και χρώμα στο κείμενό. Είμαι απόλυτα ταυτισμένος με αυτά που γράφεις αυτοί οι “Τσόγλανοι”
    όπως θα έλεγε και ο ΛΕΞ αυτοί οι μοναδικοί καλλιτέχνες εμένα μου έδωσαν δύναμη να ωριμάσω αρκετά και να έχω μέσα από τον τόσο πόνο που έχουν τα τραγούδια τους μια καλύτερη και πιο ρεαλιστική οπτική της ζωής.Είμαι φαν του γερακισιου και του 12ου οπως και του ΛΕΞ είναι πραγματικά αξιόλογοι ραπερς και πάνω από όλα άνθρωποι με ενσυναίσθηση. Συγχαρητήρια πολύ χρήσιμο κείμενο, συνέχισε έτσι βοηθάς χωρίς να το ξέρεις !!

    Απάντηση
    • Γιώργος

      Συγχαρητήρια! Απίστευτο κείμενο. Είναι κάτι που οι ακροατές της ελληνικής ραπ σκηνής το ξέρουν καλά αλλά ήρθε καιρός να το μάθει και περισσότερος κόσμος. Και υπάρχουν πάρα πολλοί καλλιτέχνες οι οποίοι πραγματικά γράφουν ανατριχιαστικά ποιήματα/τραγούδια αλλά δεν έχουν την αναγνώριση που τους αρμόζει. Ελπίζω να ανέβει και άλλο η ελληνική ραπ μουσική/ποίηση και να ακούσουν όλο και περισσότεροι τα διαμάντια που αφήνουν στην ιστορία της ελληνικής ραπ σκηνής για χρόνια αυτοί οι καλλιτέχνες!!!

      Απάντηση

Υποβάλετε ένα Σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Εγγράψου τώρα στο Newsletter μας

Εγγράψου τώρα στο Newsletter μας

Με την εγγραφή σου στη λίστα θα μαθαίνεις πρώτος τα νέα μας.

Η εγγραφή σου ολοκληρώθηκε με επιτυχία!

Share This