Η κόντρα Παύλου Σιδηρόπουλου – Μίκη Θεοδωράκη

Η θεματολογία αυτού του άρθρου για καλή μου τύχη μου εξασφαλίζει τη δυνατότητα να αποφύγω τα βασικά εισαγωγικά στοιχεία για τη ζωή και την αποτίμηση του έργου τους. Η φυσιογνωμία και η παρακαταθήκη τόσο του Παύλου Σιδηρόπουλου όσο και του Μίκη Θεοδωράκη είναι γνωστά σε ένα τόσο μεγάλο φάσμα κοινού που ξεπερνά τα μικρά γεωγραφικά όρια της χώρας. Σχεδόν μισό αιώνα μετά, απορίας άξιο εστί, πώς από την πρώτη -και τελευταία- μεταξύ τους συνεργασία, η σχέση τους κατέληξε αντίπαλη και ανταγωνιστική, πολιτικά, κυρίως όμως καλλιτεχνικά.

Το 1979, ένα χρόνο μετά την κυκλοφορία του ”Φλου”, του άλμπουμ – ορόσημο για το ελληνικό ροκ σε συνεργασία με τους Σπυριδούλα, ο Παύλος Σιδηρόπουλος δοκιμάζει την τύχη του στον κινηματογράφο για λογαριασμό του σκηνοθέτη και σεναριογράφου Ανδρέα Θωμόπουλου. Πρωταγωνιστεί στην ταινία ”Ασυμβίβαστος”, εκεί που τον βλέπουμε και τον ακούμε να τραγουδάει ίσως το πιο χαρακτηριστικό του τραγούδι με τίτλο ”Κάποτε θα ‘ρθουν”, σε στίχους Λευτέρη Παπαδόπουλου και σύνθεση Μίκη Θεοδωράκη. Όσο έκπληξη φαινόταν στην αρχή αυτή η συνεργασία, το αποτέλεσμα ήταν τόσο γοητευτικό, που αποτέλεσε μεγαλύτερη έκπληξη το ότι Παύλος Σιδηρόπουλος και Μίκης Θεοδωράκης δε συνεργάστηκαν ξανά.

 

Λίγα χρόνια αργότερα, ο Σιδηρόπουλος με τους Κυριάκο Δαρίβα, Οδυσσέα Γαλανάκη, Βασίλη Πετρίδη και Αλέκο Αράπη συγκροτούν τους ”Απροσάρμοστους”, με τους οποίους το 1982 κυκλοφορούν τον δίσκο ”Εν λευκώ”. Την εποχή εκείνη, παρά τις προεκλογικές υποσχέσεις του -εν τέλει κυβερνώντος κόμματος- ΠΑΣΟΚ περί κατάργησης της λογοκρισίας, ο δίσκος συνάντησε εμπόδια κατά τον δευτεροβάθμιο έλεγχο, με την αιτιολογία πως τα τραγούδια ”Η” και ”Αντεργκράουντ με στρας” προτρέπουν τη νεολαία στα ναρκωτικά, ενώ το ”Ύστατη στιγμή” προσβάλλει τη δημόσια αιδώ. Δυο χρόνια μετά, το Εν λευκώ δεν έχει πάψει να διχάζει τον Τύπο και τους κριτικούς, για αυτό ο Σιδηρόπουλος αποφασίζει να μιλήσει χωρίς περιορισμούς και δεσμεύσεις (όπως σημαίνει κυριολεκτικά και η ονομασία του) για τον δίσκο, υπαγορεύοντας και ηχογραφώντας στο σπίτι του ένα κείμενο με πολλούς αποδέκτες. Ένας από αυτούς, και μάλιστα ο πρώτος, είναι ο Μίκης Θεοδωράκης, που εκείνη την περίοδο διετελούσε χρέη βουλευτή εκλεγμένος μέσω του ΚΚΕ. Η εν λόγω αναφορά βρίσκεται μεταξύ 00:35 και 01:19 στον παρακάτω σύνδεσμο (γενικότερα το ηχογραφημένο αυτό κείμενο απομαγνητοφωνείται και δημοσιεύεται αποσπασματικά ως άρθρο τον Αύγουστο του ίδιο χρόνου στο περιοδικό ”Μουσική” και η ηχογράφηση αυτούσια συμπεριλαμβάνεται στον μεταθανάτιο δίσκο του Σιδηρόπουλου ”Εν αρχή ην ο λόγος”).

 

Σε αυτό το σημείο του άρθρου ειδικότερα και των παραπάνω γεγονότων γενικότερα, έχουμε φτάσει να βρισκόμαστε στα μέσα μιας κόντρας, χωρίς να γνωρίζουμε πώς και με ποια αφορμή ακριβώς ξεκίνησε. Εκεί που δύο διανοούμενοι μιας εποχής στην οποία οι κοινωνικοπολιτικές εξελίξεις φαίνονταν να σταθεροποιούνται συγκριτικά με τα προηγούμενα χρόνια και τα δρώμενα να κυλάνε ομαλότερα, πιο προοδευτικά και αναπτυξιακά -έστω επιφανειακά, όπως αποδείχτηκε δεκαετίες αργότερα-, ενώ έσμιξαν και μέσω της συνεργασίας τους παρέδωσαν ένα ανεκτίμητο έργο στο κοινό με την κυκλοφορία του Κάποτε θα ‘ρθουν, ξαφνικά τραβάνε αντίθετους δρόμους και μάλιστα με φιλόνικη και καυστική διάθεση. Ίσως, εδώ που τα λέμε, οι δρόμοι να ήταν εξαρχής αντίθετοι και απλώς εκείνοι να ήταν αναγκασμένοι να τους περπατήσουν με αυτόν τον τρόπο. Και αυτό γιατί το κλασικό ελληνικό πολιτικό τραγούδι, που τη δεκαετία του ’70 είδε τον εαυτό του να ακμάζει και να κυριαρχεί με κύριο εμπνευστή τον Θεοδωράκη, τη δεκαετία του ’80 -καθυστερημένα μεν, αιφνίδια δε- έρχεται αντιμέτωπο με το εξ Αμερικής φερμένο rock ‘n’ roll, που όμως ο Σιδηρόπουλος καταφέρνει όσο κανείς άλλος πρωτύτερα, να το προσαρμόσει στα ελληνικά δεδομένα ηχητικά αλλά κυρίως γλωσσικά, πετυχαίνοντας την απογείωση της δημοτικότητας του είδους. Έχουμε ταυτόχρονα, λοιπόν, δύο διαφορετικούς κόσμους, δύο διαφορετικές γενιές να δυσκολεύονται να συνυπάρξουν. Θέλοντας παραπάνω χώρο η καθεμία για τον εαυτό της για να αναπτυχθεί και διεκδικώντας τα πρωτεία μίας ολόκληρης εποχής, το αποτέλεσμα είναι να παραγκωνίζει και να απομονώνει- άλλες φορές θελημένα, άλλες ακούσια- η μία την άλλη.

Τα παραπάνω ζητούμενα ήταν ανάγκη να αποτελέσουν δεδομένα πριν προχωρήσουμε με τη διαμάχη Σιδηρόπουλου – Θεοδωράκη καθαυτή. Περνάνε άλλα δυο χρόνια, πλέον 1986, Σιδηρόπουλος και Απροσάρμοστοι στο μεταξύ σπάνε όμως ξανά σμίγουν, και βγάζουν το δεύτερο άλμπουμ τους με τίτλο ”Zorba the freak”. Η ονομασία αυτή αποτελεί μια παράφραση του ονόματος της ταινίας ”Zorba the Greek” που έφτιαξε ο Μιχάλης Κακογιάννης βασισμένη στο βιβλίο του Νίκου Καζαντζάκη ”Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά”. Το πιο χαρακτηριστικό τραγούδι της ταινίας, με τον ομώνυμο τίτλο, και ίσως και του ίδιου του καλλιτέχνη, συνέθεσε ο Μίκης Θεοδωράκης.

 

Η αλήθεια είναι, όμως, πως ο Παύλος Σιδηρόπουλος είχε κάθε ηθικό δικαίωμα να παραφράσει και να δώσει μια νέα διάσταση στο όνομα, μιας και είχε συγγένεια με τον ίδιο τον Ζορμπά, όντας δισέγγονός του. Στον δίσκο, λοιπόν, Zorba the freak, ο Σιδηρόπουλος αποφασίζει να συνθέσει και να τραγουδήσει ένα άκρως ”ροκενρολικό” κομμάτι με τίτλο ”Μίκυ Μάου(ς)”. Το τραγούδι αυτό, με σκωπτικό χαρακτήρα και σαρκαστική διάθεση, βάλλεται κατά του -καλλιτεχνικού προσώπου περισσότερο και λιγότερο πολιτικού- Μίκη Θεοδωράκη.

Σιδηρόπουλος και Απροσάρμοστοι μετέχουν την ίδια χρονιά στη δράση ”Ήχοι του χειμώνα”, μία κρατική πρωτοβουλία η οποία στόχευε στη στήριξη και την ανάδειξη ροκ συγκροτημάτων με ελληνικό στίχο. Ενωμένοι πάλι βρίσκουν με αυτόν τον τρόπο την ευκαιρία να προωθήσουν τον νέο ήχο τους που εγκαινιάζεται με τον νέο δίσκο τους και παράλληλα να τον μαγνητοσκοπήσουν, μαζί με κάποια ακόμη ακυκλοφόρητα τραγούδια, κάτι εξαιρετικά σπάνιο για την εποχή εκείνη. Όλα αυτά σώζονται σήμερα χάρη στον επιστήθιο φίλο του Σιδηρόπουλου, Πάνο Ηλιόπουλο, που δούλευε τότε για τη γραμματεία Νέας Γενιάς, υπεύθυνη για την εν λόγω δράση. Στους Ήχους του χειμώνα, πριν την ερμηνεία κάθε κομματιού, ο Σιδηρόπουλος εκφωνεί μια μικρή εισαγωγή. Έτσι και στην αντίστοιχη του Μίκη Μάου(ς), τον ακούμε να διεκδικεί εξ ολοκλήρου την πολιτισμική κληρονομιά που άφησε ως υπαρκτή προσωπικότητα ο προπάππους του Ζορμπάς, στην οποία αφενός θέλει να της δώσει -ως συγγενικός του απόγονος- διαφορετική μορφή από αυτή που ακολούθησε μετά τη σύνθεση του ομώνυμου τραγουδιού από τον Θεοδωράκη, και αφετέρου, να εξηγήσει γιατί προβαίνει στην ανάλογη ενέργεια, επιτυγχάνοντας έτσι μια άρρηκτη συνοχή των μέσων και λόγων δημιουργίας του άλμπουμ Zorba the freak γενικότερα. Ακόμα, με αυτόν τον τρόπο απορρίπτεται εκκωφαντικά η πεποίθηση οποιουδήποτε ήθελε να πιστεύει εκείνη την εποχή πως το τραγούδι αυτό επρόκειτο απλώς για μια γενικευμένη πολιτική σάτιρα και όχι για κάτι στοχευμένο. Στο παρακάτω συνημμένο, περιλαμβάνεται η ευθεία απεύθυνση προς τον Θεοδωράκη κατά τα πρώτα 28 δευτερόλεπτα κι έπειτα ακολουθεί η ερμηνεία.

 

Το παραπάνω αρχείο αποτελεί το τελευταίο στοιχείο αναφορικά με τη διαμάχη του Παύλου Σιδηρόπουλου με τον Μίκη Θεοδωράκη. Εκτός βέβαια, αν θεωρήσουμε τις ερμηνείες -τις περισσότερες φορές παραλλαγμένες, σε μια πιο αργόσυρτη μορφή- του τραγουδιού στις μετέπειτα συναυλίες που προέκυψαν από πλευράς Σιδηρόπουλου, μια συνέχεια όλων των προηγούμενων. Ο Θεοδωράκης συνέχισε το καλλιτεχνικό του έργο με το ίδιο ακριβώς μοτίβο όπως τα προηγούμενα χρόνια, όχι όμως και το πολιτικό, ενώ ο πρώτος πειραματίστηκε και με άλλα είδη μουσικής, όπως το μπλουζ και το ρεμπέτικο, μέχρι να επέλθει ο θάνατός του λίγα χρόνια αργότερα.

Σε μια χώρα όπου η καλλιτεχνική της παιδεία δε θα έπασχε από σοβαρά νοσήματα όπως η δική μας, αυτή η κόντρα μεταξύ δύο καλλιτεχνών, που έκαστος στο είδος του συμβολίζει από τον χρόνο δράσης του μέχρι και σήμερα την ιερή προσωπογραφία αυτού, δε θα ήταν άγνωστη ως σήμερα. Ή έστω, τόσο παραμελημένη, στο χρονοντούλαπο της ιστορίας σκονισμένη, για παραπάνω από 40 χρόνια. Είμαι σίγουρος, πως η πιο πρόωρη ”ανασκαφή” αυτής της ιδιότυπης σχέσης, αφενός θα συνέβαλε σε βαθύτερες αναλύσεις των αιτίων όχι μόνο σχετικά με τις προσωπικές διαφορές των πρωταγωνιστών, αλλά και των δύο μεγάλων ρευμάτων που πρέσβευαν, αφετέρου θα συνέδραμε στη σύσφιξη και την πρόοδο της ελληνικής μουσικής γενικότερα. Μέχρι και για το πώς λειτουργούσε τότε η μουσική βιομηχανία στην Ελλάδα και από τι επηρεαζόταν θα μπορούσαμε να γνωρίζουμε με μεγαλύτερη σαφήνεια και αληθοφάνεια. Γιατί στην πραγματικότητα, όλα αυτά τα γεγονότα περισσότερο προκύπτουν από την εκ διαμέτρου αντίθετη φιλοσοφία του πολιτικού τραγουδιού και της ροκ μουσικής, σε επίπεδο ήχου, συμβολισμών, προσέγγισης και κοινωνικής στόχευσης, παρά σε κάτι πραγματικά προσωπικό.

Πάντως , αν λάβουμε υπόψιν και άλλους καλλιτέχνες εκείνης της εποχής, τους οποίους αν μπορούσαμε να κατατάξουμε κάπου, θα τους τοποθετούσαμε στο ροκ είδος κι ας ανήκαν στον χώρο του κινηματογράφου ή της ποίησης, που αντιμετώπισαν επίσης προβλήματα λογοκρισίας και προώθησης της τέχνης τους, τότε μπορούμε να αντιληφθούμε, λοιπόν, πως πηγή των περισσότερων προβλημάτων αποτελούσε το ίδιο το κράτος, όσοι το απάρτιζαν και ο τρόπος λειτουργίας του. Όχι οι καλλιτέχνες και τα είδη μεταξύ τους. Περισσότερα τέτοια παραδείγματα σε κάποιο άλλο άρθρο, ίσως.

 

Πόσο χρήσιμο ήταν αυτό το άρθρο για εσένα?

Αξιολόγησέ το, επιλέγοντας τη φατσούλα που επιθυμείς!

Μέσος όρος: 5 / 5. Ψήφοι: 1

Καμία ψήφος μέχρι στιγμής! Αξιολόγησέ το πρώτος/η.

Λυπούμαστε πολύ που αυτό το άρθρο δεν ήταν χρήσιμο για εσένα!

Βοήθησέ μας να βελτιώσουμε αυτό το άρθρο!

Πες μας, πως μπορούμε να βελτιώσουμε αυτό το άρθρο?

Δημοσιεύσεις

Γεννημένος τη δεύτερη μέρα του δεύτερου μήνα της δεύτερης χιλιετίας, δρω περιέργως χωρίς δεύτερες σκέψεις. Προσπαθώ να δίνω σάρκα και οστά σε όσα ονειρεύομαι, σε όσα γράφω και σε όσα φωτογραφίζω.Εν δυνάμει φιλόλογος, εν ενεργεία ποδοσφαιριστής και σερβιτόρος. Αριστοτελικός, λάτρης των γατών και θαυμαστής της μικρής μου αδελφής.

Μπορεί επίσης να σας αρέσει

Poetry slam: un antico resoconto

Poetry slam: un antico resoconto

Ποίηση Slam: Ένας αρχαίος διαγωνισμός  άρθρο του Salvatore Randazzo, Ιταλού λογοτέχνη από τις Συρακούσες, σε μετάφραση Εβελίνας Παπαδοπούλου.   Η ποίηση slam εμφανίστηκε στην προφορική ποιητική σκηνή το 1986, κάνοντας το ντεμπούτο του σε ένα underground club στο...

Διαβάστε Περισσότερα
Παγωτό χωνάκι

Παγωτό χωνάκι

Ήταν μια συνηθισμένη Κυριακή του Αυγούστου με τις εκτυφλωτικές αχτίδες του ήλιου να χαϊδεύουν την επιφάνεια της γης. Το πράσινο της φύσης σε καλούσε να ξαποστάσεις δίπλα του σε κάποιο σκιερό μέρος για να δροσιστείς από τα πλούσια φύλλα που ξεπρόβαλαν από τα δέντρα....

Διαβάστε Περισσότερα
Υπερασπίζοντας την διαφορετικότητα και τις διακρίσεις

Υπερασπίζοντας την διαφορετικότητα και τις διακρίσεις

Είναι αλήθεια πως για κάποιους ανθρώπους δεν επιτρέπεται να είσαι διαφορετικός. Τούς προκαλείς συναισθήματα αρνητικά, βλάπτεις τους "τέλειους" εαυτούς τους και γι’ αυτό αντιδρούν κατά σου, επιδεικνύοντας ρατσιστική συμπεριφορά. Ρατσισμός, ναι, μια λέξη τόσο γνώριμη...

Διαβάστε Περισσότερα
Poetry slam: un antico resoconto

Poetry slam: un antico resoconto

Ποίηση Slam: Ένας αρχαίος διαγωνισμός  άρθρο του Salvatore Randazzo, Ιταλού λογοτέχνη από τις Συρακούσες, σε μετάφραση Εβελίνας Παπαδοπούλου.   Η ποίηση slam εμφανίστηκε στην προφορική ποιητική σκηνή το 1986, κάνοντας το ντεμπούτο του σε ένα underground club στο...

Διαβάστε Περισσότερα
Παγωτό χωνάκι

Παγωτό χωνάκι

Ήταν μια συνηθισμένη Κυριακή του Αυγούστου με τις εκτυφλωτικές αχτίδες του ήλιου να χαϊδεύουν την επιφάνεια της γης. Το πράσινο της φύσης σε καλούσε να ξαποστάσεις δίπλα του σε κάποιο σκιερό μέρος για να δροσιστείς από τα πλούσια φύλλα που ξεπρόβαλαν από τα δέντρα....

Διαβάστε Περισσότερα

0 Σχόλια

Υποβάλετε ένα Σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

16 + 8 =

Εγγράψου τώρα στο Newsletter μας

Εγγράψου τώρα στο Newsletter μας

Με την εγγραφή σου στη λίστα θα μαθαίνεις πρώτος τα νέα μας.

Η εγγραφή σου ολοκληρώθηκε με επιτυχία!

Share This