Το ήξερα πως θα έρθεις.
Σε περίμενα καιρό.
Λουσμένος με το φως του φεγγαριού και με τα αστέρια μπλεγμένα στα πυρόξανθα μαλλιά σου.
Το ήξερα όταν σε πρωτοείδα και κάτι μέσα μου σκίρτησε.
Οι πεταλούδες στο στομάχι μου χόρευαν ανεξέλεγκτα και το δέρμα μου ηλεκτρίστηκε όπως η ατμόσφαιρα που μας αγκάλιασε όταν γίναμε ένα.
Τα μάτια σου σαν δυο πολύτιμα πετράδια συνάντησαν τα δικά μου και έλαμψαν από στοργή.
Το βλέμμα μου ακολούθησε το χέρι σου που έγειρε να ακουμπήσει το δικό μου και ένα χαμόγελο χαράχτηκε στα χείλη μου.
Ένα χαμόγελο τόσο εκτυφλωτικό και αληθινό που είχα ξεχάσει πως μπορούσα να το φορέσω όποτε ήθελα.
Με είδες με όλο το φως και το σκοτάδι που είχα μέσα μου και ζήτησες να το ενστερνιστείς και να ενώσεις τα κομμάτια μας.
Επέλεξες να μείνεις δίπλα μου και η νύχτα γέννησε κι άλλα αστέρια πιο φωτεινά και τα χάρισε στον ουρανό να τα προσέχει.
Είδα έναν καινούριο αστερισμό να σχηματίζεται δίπλα στην πανσέληνο και αυτός ήταν η ελπίδα που είχα τόσο πολύ ανάγκη.
Υποσχέθηκα στον εαυτό μου κάτω από το φως του πως θα κοιτάζω μόνο ψηλά από δω και πέρα και πως όσο μακριά κι αν βρίσκομαι αυτό θα είναι πάντα το δικό μας ουράνιο σώμα.
Το δικό μας αυγουστιάτικο φεγγάρι που θα φωταγωγείται μονάχα απ’ την αγάπη μας.
*Φωτογραφία: Χαλκιδική
0 Σχόλια