Υποσυνείδητα άρα ανελεύθερα
Το μυαλό μου τρέχει προς τους παραλίγο απεγνωσμένους
Ορμά κατά πάνω τους και τους συνθλίβει
Αυτοί στωικά περιμένουν
Η θλίψη
Της θλίψεως
Τη θλίψη
Αυτό το βράδυ είναι μόνο για εκείνους
Ψέματα σου’παν, το πουλί δε πέταξε ποτέ
Και αν έφευγε δεν θα πήγαινε μακριά.
Το άπειρο μοιάζει μια σταλιά στις άκρες των μοναχικών χεριών μου
Ό,τι αισθανθείς να καίει τη σάρκα σου δεν είναι παρά μια υποκειμενική ματαιοδοξία για το αλλότριο
Να βροντήξεις τη πόρτα καθώς φεύγεις
να βγω βίαια απ’το όνειρο
Μήπως και θυμηθώ κάποτε πώς είναι να υπάρχω
Η λησμονιά τριγύριζε στο σπίτι και με έψαχνε
-εμένα αλλά όχι εμένα-
μύριζε τα σεντόνια και άνοιγε τα συρτάρια
Βρήκε ένα τσαλακωμένο φιλμ και δυό ελπίδες
-δεν ήξερε τι να τις κάνει-
Ξημέρωσε
Και η γη άνθισε
Το ψάρι κολύμπησε ωσότου κουράστηκε
Το πουλί δε πέταξε ποτέ
Και αν έφευγε δε θα πήγαινε μακριά.










0 Σχόλια