Όσοι «ζήσαμε» γραμμένο με εισαγωγικά
χιλιάδες κάνες κεντράρουνε πάνω μας
απ’ την ταράτσα του ΟΤΕ
κρύο κρύο και μελό με το μακό μας φανελάκι
κάνουμε τάχα πως έχουμε παλτό
κι ένα – είδες – όλοι μας τόχουμε –
βυσινιό νεύρο κάτω απ’ το μάτι μας βαράει ακόμα.
– Κατερίνα Γώγου, Ιδιώνυμο, 1980
Δε θα μπορούσα να σου αφιερώσω αυτό το ποίημα (;), αυτό το γράμμα (;), αυτό το κείμενο τέλος πάντων χωρίς να δανειστώ τον (πιο ταιριαστό για την περίσταση) τίτλο του αγαπημένου μου μουσικού και του δικού σου φίλου, Παύλου. Είμαι βέβαιος απεχθάνεσαι τις τυπικότητες για αυτό περνάω στο παρασύνθημα.
Μπορεί να μη σε διδάσκουν στις σχολικές τάξεις, να σε αποφεύγουν να σε αναφέρουν στα πανεπιστημιακά έδρανα, να μη σε παίζουν οι τηλεοράσεις. Ευτυχώς θα έλεγες. Όμως εσύ, οι στίχοι και το έργο σου είστε εκεί, όπου σε έχει περισσότερη ανάγκη ο άνθρωπος. Σε πανεπιστημιακές εστίες, λέσχες, και κυρίως, στους δρόμους. Στον δρόμο της Ιπποκράτους βρήκα κι αγόρασα τα εξαντλημένα σου βιβλία, στον δρόμο της Θεμιστοκλέους σε είδα σε αφίσα να γίνεσαι θεατρικό έργο. Και κάπως έτσι, σαν αφορμή, λίαν συντόμως έκανα κι εγώ παρουσίαση του βιβλίου μου, έπαιξα κι εγώ σε παραστάσεις, ηχογράφησα κι εγώ μερικά ποιήματά μου. Μα δεν είναι αυτά η ουσία, αλλά η σπίθα στην ψυχή που έχει γίνει φλόγα και μου καίει τα σωθικά και ταυτόχρονα ο σπόρος στο μυαλό που έχει γίνει φυτεία και μου δίνει οξυγόνο.
Κάποια μέρα, δεν μπορεί, εσύ από Πατησίων κι εγώ από Αλεξάνδρας θα συναντηθούμε στη συμβολή τους. Μέχρι τότε κάτσε αναπαυτικά και δες εμείς τι κάνουμε τώρα.
Τα ρούχα, τα λεφτά, τα πλεμόνια μας
η μουσική, οι σημαίες, τα μελάνια μας
το χιούμορ, η μοναξιά, τα τσιγάρα μας
μαύρα
μα θέλει ακόμα δουλειά πολλή
για να πούμε ότι επαρκώς έχει αποκατασταθεί.
Ήταν πράγματι δύσκολοι καιροί,
ήρθαν κι άλλοι, και είμαστε ακόμα στην αρχή
όμως δεν ξέρω τι είναι πιο δύσκολο στην τελική
να παραμένεις άνθρωπος;
Να αλλάξουμε τη ζωή;
Ή να μη μας αλλάξει αυτή
Κατερίνα;
Στην Κατερίνα Γώγου,
1-6-1940 // 3-10-1993
0 Σχόλια